ΝΑ ΔΟΘΕΙ ΤΩΡΑ ΤΕΛΟΣ ΣΤΗ ΖΗΜΙΟΓΟΝΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ «ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ» ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΑΣΩΝ ΑΕ
Τις τελευταίες ημέρες, στον τοπικό τύπο κι άλλα μέσα ενημέρωσης, παρουσιάζεται ένα κλίμα «σύγκρουσης» μεταξύ του Δήμου Βόλου και του Επιμελητηρίου Μαγνησίας, σχετικά με τη διαχείριση των εγκαταστάσεων και του οικοπέδου των 48.000 μ2 της τέως «Περιφερειακής Αγοράς» που βρίσκονται στη συνοικία Νεάπολη, πίσω από την οδό Αθηνών και παρόχθια του χειμάρρου Ξηριά.
Οι εγκαταστάσεις αυτές, για όσους δεν γνωρίζουν, παραχωρήθηκαν το 2005 από το Υπουργείο Γεωργίας στην εταιρεία «Κέντρο εμπορίου για την Βαλκανική και τη Μαύρη θάλασσα» με το διακριτικό τίτλο ΙΑΣΩΝ ΑΕ (για να παραπέμπει στην Αργοναυτική εκστρατεία).
Ο υφυπουργός Γεωργίας (Α. Κοντός) που υπέγραψε την παραχώρηση, προφανώς μετά από εγχώριες υποδείξεις, καθόρισε και τα ποσοστά συμμετοχής των τεσσάρων φορέων που θα συμμετείχαν στην ίδρυση της ανώνυμης εταιρείας που θα αναλάμβανε τη διαχείριση του δημόσιου αυτού περιουσιακού στοιχείου (Επιμελητήριο 45%, Ένωση Βόλου 15%, Νομαρχία 20% και Δήμος Βόλου 20%).
Για την ιστορία υπενθυμίζω ότι το ίδιο οικόπεδο είχε παραχωρηθεί παλαιότερα (το 1971) από το Δημόσιο στο Δήμο Βόλου, προκειμένου, εντός 3ετίας, να κατασκευάσει εγκαταστάσεις Σφαγείων, Φρουταγοράς και Αμαξοστασίου. Το οικόπεδο επανέρχεται στο Δημόσιο, αφού δεν ικανοποιήθηκαν οι όροι, για να παραχωρηθεί εκ νέου το 1986 στην Κοινοπραξία Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΣΚΟΠ) για τη δημιουργία της Περιφερειακής Αγοράς Μαγνησίας. Ήταν η περίοδος που το κράτος προσπαθούσε να «ωθήσει» τους συνεταιρισμούς να γίνουν επιχειρήσεις.
Αυτή το φορά, πράγματι, κατασκευάζεται μια σύγχρονη Περιφερειακή Αγορά 8.000 μ2 με δαπάνες που ξεπέρασαν, τότε, τα 2 δις δραχμές. Πολύ σύντομα, όμως, το έργο εγκαταλείφτηκε κι άρχισε να λεηλατείται, γιατί η ΣΚΟΠ ποτέ δεν ανέλαβε τη λειτουργία του, αφού και η ίδια η Ένωση των αγροτών, λίγα χρόνια αργότερα, διαλύθηκε και οι εγκαταστάσεις περιήλθαν και πάλι στο Υπουργείο Γεωργίας.
Η πρωτοβουλία του Επιμελητηρίου για την παραχώρηση των εγκαταστάσεων, με την ίδρυση της ΙΑΣΩΝ ΑΕ, διευκόλυνε μεν το Υπουργείο Γεωργίας, αφού απαλλάχτηκε από το βάρος της διαχείρισης μιας δημόσιας περιουσίας που είχε πλήρως λεηλατηθεί, δεν βοήθησε όμως ούτε τον ίδιο το Επιμελητήριο και τους τοπικούς φορείς που «προσέτρεξαν» να εμπλακούν ούτε βέβαια την τοπική οικονομία.
Αφού ολοκληρώθηκαν οι «πανηγυρικές υπογραφές» κι εγκαταστάθηκε ο μεγαλομέτοχος στην προεδρία, η Διοίκηση αρχίζει να διερευνά το πώς θα υλοποιήσει τους στόχους και το όραμα της ΙΑΣΩΝ ΑΕ. «Ανακαλύπτει» όμως ότι πρώτα απ’ όλα η εταιρεία, πριν ακόμη αποκτήσει έσοδα, θα έπρεπε να δαπανά κάθε χρόνο, περίπου 80.000 ευρώ για να πληρώνει το φόρο ακίνητης περιουσίας (ΦΑΠ), αφού πλέον οι εγκαταστάσεις αποτελούσαν περιουσιακό στοιχείο μιας ανώνυμης εταιρείας.
Έτσι η ΙΑΣΩΝ αρχίζει να «εκλιπαρεί» τους μετόχους, με τη μέθοδο της ετήσιας αύξησης του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου(60.000 ευρώ), για την καταβολή του φόρου. Σήμερα, οκτώ(8) χρόνια μετά, πληρώθηκαν ή πρέπει να πληρωθούν, αναλογικά από τον κάθε μέτοχο, περίπου 600.000 ευρώ ήτοι: το Επιμελητήριο 270.000€, ο Δήμος και η Περιφέρεια (τ. Νομαρχία) από 120.000 € και η ΕΒΟΛ 90.000€.
Ο Δήμος Βόλου, ήδη από το 2008, ζήτησε να σταματήσει αυτή η «αιμορραγία», να παραχωρηθούν οι εγκαταστάσεις στο Δήμο (που δεν πληρώνει ΦΑΠ) και από κοινού να αποφασιστεί η αξιοποίηση του ακινήτου προς όφελος της τοπικής κοινωνίας. Η Νομαρχία συμφώνησε και με απόφαση του Νομαρχιακού Συμβουλίου, εκδήλωσε την πρόθεσή της να παραχωρήσει το ποσοστό της στο Δήμο.
Η συνέχεια είναι ακόμη πιο «τραγική». Η εταιρεία ουσιαστικά «εγκαταλείφτηκε», ο Δήμος απέσυρε τους εκπροσώπους του και η θητεία του Δ.Σ. έληξε. Ακολουθεί η πρόσφατη προσφυγή της νέας Διοίκησης του Επιμελητήριου στο Πρωτοδικείο για το διορισμό προσωρινής Διοίκησης.
Η σημερινή Δημοτική Αρχή, από την αρχή της θητείας της, με ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, ζήτησε να προχωρήσουμε άμεσα στη λύση της εταιρείας, ώστε η κυριότητα να περιέλθει (δια του Δημοσίου) στο Δήμο Βόλου και από κοινού με τους άλλους μετόχους να συναποφασισθεί η εκμετάλλευση, ώστε το σημαντικό αυτό περιουσιακό στοιχείο να αποτελέσει για την τοπική κοινωνία προστιθέμενη αξία και να βοηθήσει την επιχειρηματικότητα, την απασχόληση και γενικά την τοπική ανάπτυξη.
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω του Δήμου και των προγραμμάτων που μπορεί να αξιοποιήσει. Σκόπιμο είναι, όπως έχει προτείνει ο Δήμος, να δημιουργηθεί Φορέας Διαχείρισης, στον οποίο, εκτός του Δήμου Βόλου θα συμμετέχουν η Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Βόλου, το Επιμελητήριο Μαγνησίας, εκπρόσωποι των παραγωγών και των εταιρειών, καθώς και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και το ΚΕΤΕΑΘ ως επιστημονικοί, ερευνητικοί και επιμορφωτικοί φορείς, όπως και το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Ο Δήμος δεν θέλει να αντιδικήσει με κανέναν από τους άλλους μετόχους, γιατί δεν προτίθεται να διεκδικήσει ένα ακόμη περιουσιακό στοιχείο για να αυξήσει τα δημοτικά ακίνητα. Δεν μπορεί, όμως, να παραμένει σ’ αυτή την «ιδιότυπη ομηρία» της συμμετοχής του σε μια εταιρεία δαπανώντας, κάθε χρόνο, από τους πενιχρούς πόρους του για το «φόρο του ΙΑΣΩΝΑ», όταν οι ανάγκες εξυπηρέτησης των δράσεων του Δήμου είναι τεράστιες σε μια πολύ κρίσιμη οικονομική περίοδο για τη χώρα
Το οικόπεδο ήταν πάντοτε ένα δημόσιο ακίνητο και ως τέτοιο πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Η παραχώρησή του από το Δημόσιο γίνεται μόνο για κοινωφελείς σκοπούς και μόνο προς κοινωφελείς οργανισμούς και επιχειρήσεις κι όχι προς ιδιώτες.
Η οικονομική κρίση που ζει η χώρα απαιτεί την αξιοποίηση όλων των μέσων και των δυνατοτήτων που διαθέτουμε ως περιοχή. Είναι ανάγκη όμως να δοθεί, τώρα, τέλος σ’ αυτή την "παράλογη" ετήσια δαπάνη και ν' ανοίξει ένας νέος κύκλος συνεργασίας για την αξιοποίηση των εγκαταστάσεων της Περιφερειακής Αγοράς.
Οι εγκαταστάσεις αυτές, για όσους δεν γνωρίζουν, παραχωρήθηκαν το 2005 από το Υπουργείο Γεωργίας στην εταιρεία «Κέντρο εμπορίου για την Βαλκανική και τη Μαύρη θάλασσα» με το διακριτικό τίτλο ΙΑΣΩΝ ΑΕ (για να παραπέμπει στην Αργοναυτική εκστρατεία).
Ο υφυπουργός Γεωργίας (Α. Κοντός) που υπέγραψε την παραχώρηση, προφανώς μετά από εγχώριες υποδείξεις, καθόρισε και τα ποσοστά συμμετοχής των τεσσάρων φορέων που θα συμμετείχαν στην ίδρυση της ανώνυμης εταιρείας που θα αναλάμβανε τη διαχείριση του δημόσιου αυτού περιουσιακού στοιχείου (Επιμελητήριο 45%, Ένωση Βόλου 15%, Νομαρχία 20% και Δήμος Βόλου 20%).
Για την ιστορία υπενθυμίζω ότι το ίδιο οικόπεδο είχε παραχωρηθεί παλαιότερα (το 1971) από το Δημόσιο στο Δήμο Βόλου, προκειμένου, εντός 3ετίας, να κατασκευάσει εγκαταστάσεις Σφαγείων, Φρουταγοράς και Αμαξοστασίου. Το οικόπεδο επανέρχεται στο Δημόσιο, αφού δεν ικανοποιήθηκαν οι όροι, για να παραχωρηθεί εκ νέου το 1986 στην Κοινοπραξία Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΣΚΟΠ) για τη δημιουργία της Περιφερειακής Αγοράς Μαγνησίας. Ήταν η περίοδος που το κράτος προσπαθούσε να «ωθήσει» τους συνεταιρισμούς να γίνουν επιχειρήσεις.
Αυτή το φορά, πράγματι, κατασκευάζεται μια σύγχρονη Περιφερειακή Αγορά 8.000 μ2 με δαπάνες που ξεπέρασαν, τότε, τα 2 δις δραχμές. Πολύ σύντομα, όμως, το έργο εγκαταλείφτηκε κι άρχισε να λεηλατείται, γιατί η ΣΚΟΠ ποτέ δεν ανέλαβε τη λειτουργία του, αφού και η ίδια η Ένωση των αγροτών, λίγα χρόνια αργότερα, διαλύθηκε και οι εγκαταστάσεις περιήλθαν και πάλι στο Υπουργείο Γεωργίας.
Η πρωτοβουλία του Επιμελητηρίου για την παραχώρηση των εγκαταστάσεων, με την ίδρυση της ΙΑΣΩΝ ΑΕ, διευκόλυνε μεν το Υπουργείο Γεωργίας, αφού απαλλάχτηκε από το βάρος της διαχείρισης μιας δημόσιας περιουσίας που είχε πλήρως λεηλατηθεί, δεν βοήθησε όμως ούτε τον ίδιο το Επιμελητήριο και τους τοπικούς φορείς που «προσέτρεξαν» να εμπλακούν ούτε βέβαια την τοπική οικονομία.
Αφού ολοκληρώθηκαν οι «πανηγυρικές υπογραφές» κι εγκαταστάθηκε ο μεγαλομέτοχος στην προεδρία, η Διοίκηση αρχίζει να διερευνά το πώς θα υλοποιήσει τους στόχους και το όραμα της ΙΑΣΩΝ ΑΕ. «Ανακαλύπτει» όμως ότι πρώτα απ’ όλα η εταιρεία, πριν ακόμη αποκτήσει έσοδα, θα έπρεπε να δαπανά κάθε χρόνο, περίπου 80.000 ευρώ για να πληρώνει το φόρο ακίνητης περιουσίας (ΦΑΠ), αφού πλέον οι εγκαταστάσεις αποτελούσαν περιουσιακό στοιχείο μιας ανώνυμης εταιρείας.
Έτσι η ΙΑΣΩΝ αρχίζει να «εκλιπαρεί» τους μετόχους, με τη μέθοδο της ετήσιας αύξησης του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου(60.000 ευρώ), για την καταβολή του φόρου. Σήμερα, οκτώ(8) χρόνια μετά, πληρώθηκαν ή πρέπει να πληρωθούν, αναλογικά από τον κάθε μέτοχο, περίπου 600.000 ευρώ ήτοι: το Επιμελητήριο 270.000€, ο Δήμος και η Περιφέρεια (τ. Νομαρχία) από 120.000 € και η ΕΒΟΛ 90.000€.
Ο Δήμος Βόλου, ήδη από το 2008, ζήτησε να σταματήσει αυτή η «αιμορραγία», να παραχωρηθούν οι εγκαταστάσεις στο Δήμο (που δεν πληρώνει ΦΑΠ) και από κοινού να αποφασιστεί η αξιοποίηση του ακινήτου προς όφελος της τοπικής κοινωνίας. Η Νομαρχία συμφώνησε και με απόφαση του Νομαρχιακού Συμβουλίου, εκδήλωσε την πρόθεσή της να παραχωρήσει το ποσοστό της στο Δήμο.
Η συνέχεια είναι ακόμη πιο «τραγική». Η εταιρεία ουσιαστικά «εγκαταλείφτηκε», ο Δήμος απέσυρε τους εκπροσώπους του και η θητεία του Δ.Σ. έληξε. Ακολουθεί η πρόσφατη προσφυγή της νέας Διοίκησης του Επιμελητήριου στο Πρωτοδικείο για το διορισμό προσωρινής Διοίκησης.
Η σημερινή Δημοτική Αρχή, από την αρχή της θητείας της, με ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, ζήτησε να προχωρήσουμε άμεσα στη λύση της εταιρείας, ώστε η κυριότητα να περιέλθει (δια του Δημοσίου) στο Δήμο Βόλου και από κοινού με τους άλλους μετόχους να συναποφασισθεί η εκμετάλλευση, ώστε το σημαντικό αυτό περιουσιακό στοιχείο να αποτελέσει για την τοπική κοινωνία προστιθέμενη αξία και να βοηθήσει την επιχειρηματικότητα, την απασχόληση και γενικά την τοπική ανάπτυξη.
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω του Δήμου και των προγραμμάτων που μπορεί να αξιοποιήσει. Σκόπιμο είναι, όπως έχει προτείνει ο Δήμος, να δημιουργηθεί Φορέας Διαχείρισης, στον οποίο, εκτός του Δήμου Βόλου θα συμμετέχουν η Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Βόλου, το Επιμελητήριο Μαγνησίας, εκπρόσωποι των παραγωγών και των εταιρειών, καθώς και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και το ΚΕΤΕΑΘ ως επιστημονικοί, ερευνητικοί και επιμορφωτικοί φορείς, όπως και το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Ο Δήμος δεν θέλει να αντιδικήσει με κανέναν από τους άλλους μετόχους, γιατί δεν προτίθεται να διεκδικήσει ένα ακόμη περιουσιακό στοιχείο για να αυξήσει τα δημοτικά ακίνητα. Δεν μπορεί, όμως, να παραμένει σ’ αυτή την «ιδιότυπη ομηρία» της συμμετοχής του σε μια εταιρεία δαπανώντας, κάθε χρόνο, από τους πενιχρούς πόρους του για το «φόρο του ΙΑΣΩΝΑ», όταν οι ανάγκες εξυπηρέτησης των δράσεων του Δήμου είναι τεράστιες σε μια πολύ κρίσιμη οικονομική περίοδο για τη χώρα
Το οικόπεδο ήταν πάντοτε ένα δημόσιο ακίνητο και ως τέτοιο πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Η παραχώρησή του από το Δημόσιο γίνεται μόνο για κοινωφελείς σκοπούς και μόνο προς κοινωφελείς οργανισμούς και επιχειρήσεις κι όχι προς ιδιώτες.
Η οικονομική κρίση που ζει η χώρα απαιτεί την αξιοποίηση όλων των μέσων και των δυνατοτήτων που διαθέτουμε ως περιοχή. Είναι ανάγκη όμως να δοθεί, τώρα, τέλος σ’ αυτή την "παράλογη" ετήσια δαπάνη και ν' ανοίξει ένας νέος κύκλος συνεργασίας για την αξιοποίηση των εγκαταστάσεων της Περιφερειακής Αγοράς.
Σχόλια