ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΝΕΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΧΕΛΩΟ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Μετά από τριάντα χρόνια τα επιχειρήματα για τη σκοπιμότητα του έργου δεν είναι ίδια
Η ημερίδα που διοργάνωσε την προηγούμενη εβδομάδα στο Βόλο η ΠΑΣΕ, κοινή επιτροπή των φορέων της Θεσσαλίας για τον Αχελώο, σε συνεργασία με τη Νομαρχία Μαγνησίας, ανέδειξε κι έφερε στην επικαιρότητα, για μια ακόμη φορά, όλες τις πτυχές του πιο σημαντικού έργου που απασχολεί τη Θεσσαλία και τους κατοίκους της τα τελευταία τριάντα (30) χρόνια. Πρόκειται για την κατασκευή των έργων του Αχελώου που θα μας επιτρέψουν να ταμιεύσουμε και να μεταφέρουμε στη Θεσσαλία ένα τμήμα των χειμερινών ποσοτήτων των πλημμυρικών νερών του ποταμού.
Είναι γνωστό ότι από τότε που ξεκίνησε η μελέτη και η κατασκευή του έργου μέχρι σήμερα υπάρχει μια διαρκής αντιπαράθεση, με επιχειρήματα υπέρ και κατά της σκοπιμότητας του έργου, και κυρίως για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που θα έχει μια τέτοια ενέργεια στις περιοχές της φυσικής ροής του Αχελώου που είναι ο Νομός Αιτωλοακαρνανίας. Έχουμε δε πολλές προσφυγές στη δικαιοσύνη για μη τήρηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και δικαστικές αποφάσεις που διέκοψαν προσωρινά την κατασκευή των έργων.
Σήμερα η κατασκευή των έργων έχει προσωρινά ανασταλεί με πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για λόγους μη τήρησης της οδηγίας 2000/60/ΕΚ που αποτελεί το θεμελιώδες κείμενο της περιβαλλοντικής νομοθεσίας που έχει ενσωματωθεί και στην ελληνική νομοθεσία.
Η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει τη σύνταξη πρώτα απ’ όλα διαχειριστικής μελέτης που θα καταδεικνύει «με νούμερα» αυτό που είναι εμφανές και για γυμνού οφθαλμού, δηλαδή το έλλειμμα στο ισοζύγιο του διαθέσιμου νερού στη Θεσσαλία.
Το έλλειμμα αυτό υπολογίζεται ότι κυμαίνεται από 300 εκ. μ3 μέχρι 1,5 δις μ3 νερού, με βάση τις καλύτερες και τις χειρότερες ετήσιες βροχοπτώσεις των τελευταίων 40 χρόνων.
Πέρα από τα γνωστά επιχειρήματα, υπέρ ή κατά του έργου, υπάρχουν επιδιώξεις που δεν μπορεί παρά να είναι κοινές αναφορές για όλους. Η χώρα μας και κάθε περιοχή ξεχωριστά μπορεί και πρέπει να εξασφαλίσει την αειφόρο ανάπτυξή της. Αυτό σημαίνει, πρώτα απ’ όλα, αφ’ ενός μεν την ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων, αφ’ ετέρου δε την αποκατάσταση του περιβάλλοντος, όπου αυτό από λάθη και παραλήψεις του παρελθόντος έχει υποβαθμιστεί και κινδυνεύει σήμερα ανεπανόρθωτα, αν δεν αναλάβουμε πρωτοβουλίες.
Γι’ αυτό στο διάλογο για το Αχελώο πρέπει κανείς να διαχωρίσει την κατασκευή των έργων από τη διαχείριση και τη λειτουργία τους αύριο. Η αποφυγή π.χ. της ερημοποίησης του κάμπου γύρω από την περιοχή της Κάρλας είναι σήμερα επιτακτική και για την οποία δεν μπορεί να αδιαφορούμε Ξέρουμε ότι οφείλεται στην ανεύθυνη διαχείριση του θέματος της αποξήρανσης και της ανακατασκευής του ταμιευτήρα της Κάρλας, με καθυστέρηση 50 χρόνων, που είχε σαν αποτέλεσμα 5000 γεωτρήσεις των αγροτών να αντλούν σήμερα υπόγεια νερά από βάθος 400 μέτρων. Δεν μπορεί να θέλουμε να τιμωρήσουμε τους κατοίκους αυτής της μεγάλης περιοχής αρνούμενοι να ταμιεύσουμε ένα μικρό μέρος από τα πολλά εκατομμύρια μ3 των νερών του χειμώνα, στο φράγμα της Συκιάς στον Αχελώο, για να τα μεταφέρουμε το καλοκαίρι στη Θεσσαλία.
Η ποσότητες αυτές είναι φανερό ότι στο μέλλον, όταν θα αποκαταστήσουμε το περιβάλλον, θα αλλάξουν όταν θα αξιοποιήσουμε την Κάρλα των 150 εκ. μ3 κι όταν θα αντικατασταθεί ο υδροβόρος τρόπος ποτίσματος του ψεκασμού ή της κατάκλισης.
Να, λοιπόν, γιατί από τώρα πρέπει να συμφωνηθεί ότι μετά το πέρας της κατασκευής των έργων, τη λειτουργία και κυρίως τη διαχείριση των νερών, θα αναλάβει ένας, κοινής αποδοχής, ανεξάρτητος φορέας που με αντικειμενικότητα, επιστημονικό ορθολογισμό κι ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες θα αποφασίζει για τις ποσότητες που θα μεταφέρονται κάθε χρόνο.
Σήμερα, που είναι επιτακτική όσο ποτέ άλλοτε η ανάγκη αποκατάστασης του περιβάλλοντος στο Θεσσαλικό κάμπο, θα επιτρέπεται η μεταφορά μεγαλύτερης ποσότητας νερών χωρίς βέβαια να επιβαρύνονται οι περιοχές που βρίσκονται κατά μήκος της φυσικής ροής του μεγάλου αυτού ποταμού της χώρος.
Να, γιατί δεν είναι ίδια τα επιχειρήματα σήμερα σε σχέση με αυτά που ακούγονταν πριν από 30 χρόνια. Σήμερα, δεν μπορεί να σχεδιάζουμε αγνοώντας τις κλιματικές αλλαγές που θα μας επηρεάσουν στο μέλλον και κυρίως δεν μπορεί να σχεδιάζουμε αγνοώντας την αειφόρο ανάπτυξη για όλες τις περιοχές της χώρας.
Η ημερίδα που διοργάνωσε την προηγούμενη εβδομάδα στο Βόλο η ΠΑΣΕ, κοινή επιτροπή των φορέων της Θεσσαλίας για τον Αχελώο, σε συνεργασία με τη Νομαρχία Μαγνησίας, ανέδειξε κι έφερε στην επικαιρότητα, για μια ακόμη φορά, όλες τις πτυχές του πιο σημαντικού έργου που απασχολεί τη Θεσσαλία και τους κατοίκους της τα τελευταία τριάντα (30) χρόνια. Πρόκειται για την κατασκευή των έργων του Αχελώου που θα μας επιτρέψουν να ταμιεύσουμε και να μεταφέρουμε στη Θεσσαλία ένα τμήμα των χειμερινών ποσοτήτων των πλημμυρικών νερών του ποταμού.
Είναι γνωστό ότι από τότε που ξεκίνησε η μελέτη και η κατασκευή του έργου μέχρι σήμερα υπάρχει μια διαρκής αντιπαράθεση, με επιχειρήματα υπέρ και κατά της σκοπιμότητας του έργου, και κυρίως για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που θα έχει μια τέτοια ενέργεια στις περιοχές της φυσικής ροής του Αχελώου που είναι ο Νομός Αιτωλοακαρνανίας. Έχουμε δε πολλές προσφυγές στη δικαιοσύνη για μη τήρηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και δικαστικές αποφάσεις που διέκοψαν προσωρινά την κατασκευή των έργων.
Σήμερα η κατασκευή των έργων έχει προσωρινά ανασταλεί με πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για λόγους μη τήρησης της οδηγίας 2000/60/ΕΚ που αποτελεί το θεμελιώδες κείμενο της περιβαλλοντικής νομοθεσίας που έχει ενσωματωθεί και στην ελληνική νομοθεσία.
Η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει τη σύνταξη πρώτα απ’ όλα διαχειριστικής μελέτης που θα καταδεικνύει «με νούμερα» αυτό που είναι εμφανές και για γυμνού οφθαλμού, δηλαδή το έλλειμμα στο ισοζύγιο του διαθέσιμου νερού στη Θεσσαλία.
Το έλλειμμα αυτό υπολογίζεται ότι κυμαίνεται από 300 εκ. μ3 μέχρι 1,5 δις μ3 νερού, με βάση τις καλύτερες και τις χειρότερες ετήσιες βροχοπτώσεις των τελευταίων 40 χρόνων.
Πέρα από τα γνωστά επιχειρήματα, υπέρ ή κατά του έργου, υπάρχουν επιδιώξεις που δεν μπορεί παρά να είναι κοινές αναφορές για όλους. Η χώρα μας και κάθε περιοχή ξεχωριστά μπορεί και πρέπει να εξασφαλίσει την αειφόρο ανάπτυξή της. Αυτό σημαίνει, πρώτα απ’ όλα, αφ’ ενός μεν την ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων, αφ’ ετέρου δε την αποκατάσταση του περιβάλλοντος, όπου αυτό από λάθη και παραλήψεις του παρελθόντος έχει υποβαθμιστεί και κινδυνεύει σήμερα ανεπανόρθωτα, αν δεν αναλάβουμε πρωτοβουλίες.
Γι’ αυτό στο διάλογο για το Αχελώο πρέπει κανείς να διαχωρίσει την κατασκευή των έργων από τη διαχείριση και τη λειτουργία τους αύριο. Η αποφυγή π.χ. της ερημοποίησης του κάμπου γύρω από την περιοχή της Κάρλας είναι σήμερα επιτακτική και για την οποία δεν μπορεί να αδιαφορούμε Ξέρουμε ότι οφείλεται στην ανεύθυνη διαχείριση του θέματος της αποξήρανσης και της ανακατασκευής του ταμιευτήρα της Κάρλας, με καθυστέρηση 50 χρόνων, που είχε σαν αποτέλεσμα 5000 γεωτρήσεις των αγροτών να αντλούν σήμερα υπόγεια νερά από βάθος 400 μέτρων. Δεν μπορεί να θέλουμε να τιμωρήσουμε τους κατοίκους αυτής της μεγάλης περιοχής αρνούμενοι να ταμιεύσουμε ένα μικρό μέρος από τα πολλά εκατομμύρια μ3 των νερών του χειμώνα, στο φράγμα της Συκιάς στον Αχελώο, για να τα μεταφέρουμε το καλοκαίρι στη Θεσσαλία.
Η ποσότητες αυτές είναι φανερό ότι στο μέλλον, όταν θα αποκαταστήσουμε το περιβάλλον, θα αλλάξουν όταν θα αξιοποιήσουμε την Κάρλα των 150 εκ. μ3 κι όταν θα αντικατασταθεί ο υδροβόρος τρόπος ποτίσματος του ψεκασμού ή της κατάκλισης.
Να, λοιπόν, γιατί από τώρα πρέπει να συμφωνηθεί ότι μετά το πέρας της κατασκευής των έργων, τη λειτουργία και κυρίως τη διαχείριση των νερών, θα αναλάβει ένας, κοινής αποδοχής, ανεξάρτητος φορέας που με αντικειμενικότητα, επιστημονικό ορθολογισμό κι ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες θα αποφασίζει για τις ποσότητες που θα μεταφέρονται κάθε χρόνο.
Σήμερα, που είναι επιτακτική όσο ποτέ άλλοτε η ανάγκη αποκατάστασης του περιβάλλοντος στο Θεσσαλικό κάμπο, θα επιτρέπεται η μεταφορά μεγαλύτερης ποσότητας νερών χωρίς βέβαια να επιβαρύνονται οι περιοχές που βρίσκονται κατά μήκος της φυσικής ροής του μεγάλου αυτού ποταμού της χώρος.
Να, γιατί δεν είναι ίδια τα επιχειρήματα σήμερα σε σχέση με αυτά που ακούγονταν πριν από 30 χρόνια. Σήμερα, δεν μπορεί να σχεδιάζουμε αγνοώντας τις κλιματικές αλλαγές που θα μας επηρεάσουν στο μέλλον και κυρίως δεν μπορεί να σχεδιάζουμε αγνοώντας την αειφόρο ανάπτυξη για όλες τις περιοχές της χώρας.
Σχόλια